Γεννήθηκα το 1949 στον Νέο Πύργο Β. Εύβοιας σε μία πενταμελή οικογένεια. Κυλούσε με αγάπη ήσυχα η ζωή μου μέσα στην αγκαλιά της οικογένειάς μου. Ο μεγάλος μου αδελφός παντρεύτηκε, ο μικρός έφυγε για την Αμερική και η μητέρα μου αρρώστησε και πήγε στο νοσοκομείο στην Αθήνα.
Έμεινα μόνη στο σπίτι με τον πατέρα και φοβόμουν πολύ μην χάσω την μητέρα μου και η παιδική μου καρδιά περνούσε την πρώτη της δοκιμασία. Ήμουν πολύ συνδεδεμένη με τον μικρό αδελφό μου πού ήταν στην Αμερική και ήλπιζα ότι κάποια μέρα θα καλυτέρευαν τα πράγματα. Μετά από πολύ καιρό γύρισε η μητέρα μου από το νοσοκομείο και όταν την είδα έκλαιγα ασταμάτητα διότι φοβόμουν ότι δεν θα την ξανάβλεπα.
Ξαφνικά λάβαμε ένα γράμμα από την Αθήνα ότι ο αδελφός μου είχε επιστρέψει από την Αμερική και αυτό το γεγονός μας έδωσε πολύ χαρά διότι θα ερχότανε πάλι κοντά μας. Πήγε στο στρατό για δύο χρόνια και μου έγραφε ότι όταν απολυθεί θα με πάρει στην Αθήνα και αργότερα θα έπαιρνε και τους γονείς μας και θα ήμασταν πάλι όλοι μαζί.
Όταν απολύθηκε με πήρε στην Αθήνα και δυστυχώς ζήσαμε μόνο 5 εβδομάδες μαζί. Ένα πρωί με χαιρέτησε ο αδελφός μου με παράξενο τρόπο. Να με κοιτάει, να κοιτάει γύρω του λες και δεν θα ξαναγύριζε. Έτσι και έγινε. Πήρε το μηχανάκι και πήγε στην δουλειά. Όταν βράδιασε, κατάκοπη από την αγωνία να τον περιμένω, με πήρε ο ύπνος και στις 5 η ώρα το πρωί πετάχτηκα τρομαγμένη από το κρεβάτι και άρχισα να κλαίω και να λέω ότι ο αδελφός μου κτύπησε.
Μέναμε κοντά στα εξαδέλφια μας και πήγα τρέχοντας κλαμένη και τους λέω: "ο Σπύρος έπαθε κάτι κακό". Πράγματι μας ειδοποίησε η Αστυνομία και πήγαμε στο νοσοκομείο στη εντατική να τον δούμε. Από αυτό το γεγονός έπαθα ένα μεγάλο κλονισμό και έχασα το φως μου για λίγο. Μετά από τρεις μέρες ο αδελφός μου έφυγε.
Όταν γνωρίσαμε εγώ και η μητέρα μου τον Χριστό, ο Κύριος μας αποκάλυψε ότι τον πήρε κοντά Του. Η μητέρα μου άκουσε φωνή Κυρίου που της είπε, "τον αγάπησα και τον πήρα" και έτσι ο Κύριος μας έδωσε χαρά και ξέρουμε ότι μία μέρα θα τον δούμε. Όταν έφυγε ο αδελφός μου, έφυγε και η χαρά από το σπίτι μας και οι αρρώστιες ήρθαν πολύ γρήγορα. Ο πατέρας έπαθε από καρδιά, η μητέρα από θυρεοειδή και εγώ από ψυχοσωματικά (στενοχώρια κλπ).
Μετά από λίγο έφυγα πάλι για την Αθήνα διότι η ζωή στο χωριό ήταν ανυπόφορη (βαρύ πένθος). Στην Αθήνα άρχισα να δουλεύω και έμενα στο σπίτι του νονού μου, αλλά μου έλειπε η αγάπη της οικογένειάς μου. Ήθελα να παντρευτώ να κάνω οικογένεια αλλά μόνη μου δεν τα κατάφερνα και έτσι η ζωή μου κυλούσε με πολλά και μεγάλα προβλήματα που τα αντιμετώπιζα μόνη μου.
Μετά από 13 χρόνια έχασα και τον πατέρα μου. Η ζωή μου χειροτέρεψε πολύ, η μητέρα μου δεν είχε σύνταξη, εγώ έμεινα άνεργη και έτσι ξεκίνησε για μένα ένας μαραθώνιος. Για να επιβιώσω πήρα μια τσάντα και γύρναγα τα νησιά και τις πόλεις πουλώντας βιβλία. Σε πολλά σπίτια πού πήγαινα για τα βιβλία, μου μίλαγαν για Χριστό από διάφορες οργανώσεις και αιρέσεις.
Είχα μία εξαδέλφη στο Βόλο (τώρα είναι στον Κύριο) που είχε πιστέψει το 1985 στο Κύριο, που την επισκεπτόμουν κάθε χρόνο για την δουλεία μου. Έτσι η εξαδέλφη μου, που ήμαστε πολύ δεμένες, μου μίλαγε για τον Χριστό ότι είναι ζωντανός και ότι σταυρώθηκε για μένα και μου σύστησε την εκκλησία στη οδό Σοφοκλέους 52 και Μενάνδρου στην Αθήνα και πήγαινα κάπου-κάπου και έβλεπα ότι κάτι γινότανε εκεί μέσα.
Η δουλειά με τα βιβλία μου δημιουργούσε πολύ άγχος και έπαθα υπερκόπωση. Ο φόβος του θανάτου με είχε κυριέψει και δεν μπορούσα να μένω μόνη μου στο σπίτι, είχα πάρει όμως την απόφαση ότι δεν πρόκειται να παντρευτώ γεγονός πού στεναχωρούσε πολύ την μητέρα μου και έτσι την πήρα κοντά μου στην Αθήνα.
Όταν έκανα εγχείριση θυρεοειδή, για να αναρρώσω πήγα μόνη μου στο Βόλο στη εξαδέλφη μου και έστειλα την μητέρα μου στο χωριό. Η εξαδέλφη μου με την κόρη της, πήγαιναν κάθε βράδυ στην εκκλησία και εγώ επειδή φοβόμουν αναγκαζόμουν και πήγαινα μαζί τους. Ακούγοντας τον Λόγο του Θεού κάθε βράδυ, άνοιξε η καρδιά μου και ο Κύριος με αναγέννησε χωρίς να το ξέρω. Έβλεπα στον εαυτόν μου πολλές αλλαγές και ήθελα έντονα να βαπτιστώ στο νερό αλλά δεν το έκανα διότι δεν είχα ακόμη αποφασίσει να ακολουθήσω πιστά τον Κύριο. Ο Κύριος μου μιλούσε με προφητείες και ενύπνια, έκανε έκβαση στην ζωή μου και όταν επέστρεψα στο χωριό στην μητέρα μου μπορούσαμε και ζούσαμε με τη βοήθεια του Κυρίου. Τον ευχαριστώ πολύ για ότι έκανε για εμάς.
Στην Αθήνα τον περισσότερο καιρό ήμουν μόνη χωρίς την μητέρα μου και είχα πολλές φοβίες. Προσευχόμουν τακτικά στον Κύριο και μια μέρα, δεν ξέρω πως, σήκωσα τα χέρια μου και το κεφάλι μου ψηλά και είπα στον Θεό: "Κύριε τώρα θέλω να μου στείλεις ένα σύντροφο, να είναι πατέρας μου, μητέρα μου, αδελφός μου, φίλος μου, φίλη μου για να μην έχω το πρόβλημα να τρέξω στις φίλες μου να πω τα μυστικά μου αλλά να με έχει όλο το 24ωρο κοντά του". Αυτό είπα στον Κύριο απλά και το ξέχασα.
Πολύ σύντομα γνώρισα τον άνδρα μου αλλά δεν κατάλαβα. Κάποια μέρα ο Κύριος μου μίλησε στην καρδιά και μου είπε "ο Κώστας είναι όπως τον ζήτησες". Με τον Κώστα μιλούσα για τον Θεό και έφερνα ανθρώπους και του μιλούσαν. Δεχόταν τα πάντα αλλά έμενε στις κοσμικές συνήθειες. Ο Κύριος όπως του το ζήτησα μας έβαλε σε κάποια παρέα ορθόδοξη που διαβάζαμε το Ευαγγέλιο. Μετά από καιρό παντρευτήκαμε στην ορθόδοξη εκκλησία και σταμάτησα να δουλεύω.
Ένα πρωί, που ήμαστε στο χωριό, ακούω την μητέρα μου να φωνάζει, να λιποθυμά και να μένει αναίσθητη. Ο Κώστας πήγε να φέρει τον γιατρό και εγώ την αγκάλιασα και της λέω: "ο Χριστός είναι ζωντανός, ζήτησέ Τον να σε θεραπεύσει" και εγώ προσευχήθηκα και Του είπα: "Κύριε Ιησού Χριστέ θεράπευσε την μητέρα μου και δείξε μου τον αληθινό σου δρόμο και εγώ, όποιος και να είναι, θα τον ακολουθήσω".
Ο Κύριος άκουσε την προσευχή μου. Το καλοκαίρι εκείνο στο χωριό, ένα γειτονικό μας ζευγάρι που πήγαινε στην εκκλησία της Πεντηκοστής, μας ομολόγησε τον Χριστό. Δεχτήκαμε τον Λόγο του Θεού και από τον Ιανουάριο 1996 επισκεφτήκαμε για πρώτη φορά την εκκλησία της Νίκαιας. Εκεί ο Θεός με επισκέφτηκε με πολύ μεγάλη δύναμη και ολοκλήρωσε την αναγέννησή μου.
Εκείνο το βράδυ με θαυμάσιο τρόπο ο Κύριος πήρε το στόμα μου και ομολόγησα στον λαό Του με δύναμη ότι: "την Κυριακή θα βαπτιστώ στο νερό". Εκείνη την στιγμή ακριβώς διαλογιζόμουν ότι δεν ήθελα να βαπτιστώ ακόμη διότι περίμενα να αναγεννηθεί και ο άνδρας μου και να βαπτιστούμε μαζί. Αλλά αφού ο Κύριος έτσι ήθελε να γίνει, έκανα το θέλημά Του την επόμενη Κυριακή.
Από εκείνη την ημέρα δεν έλειψα από την εκκλησία και σε 20 ημέρες από την βάπτισή μου στο νερό με βάπτισε και με το Πνεύμα Του το Άγιο. Από τότε έχω γευθεί πολλές ευλογίες και θεραπείες από το Κύριο και περιμένω την ημέρα του Κυρίου που θα μας παραλάβει για να ζήσουμε αιώνια μαζί Του.