Γεννήθηκα το 1940 στην Αθήνα σε μία αστική οικογένεια. Οι γονείς μου απέκτησαν δύο παιδιά. Ο πατέρας μου εργαζότανε σκληρά για να μην μας λείψει τίποτε. Κάθε Πάσχα πηγαίναμε στην ορθόδοξη εκκλησία αλλά γενικώς ήμασταν μία οικογένεια με τυπική θρησκευτικότητα και δεν γνωρίζαμε το Ευαγγέλιο πού είναι η βάση του χριστιανισμού.
Τελείωσα το γυμνάσιο στο Παγκράτι και στην συνέχεια σπούδασα ηλεκτρονικός. Στα χρόνια του δημοτικού σχολείου μου άρεσε και παρακολουθούσα το κατηχητικό της ενορίας του Αγίου Αρτεμίου και ντυνόμουνα και παπαδάκι. Οι ιστορίες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης μου έκαναν εντύπωση και μου άρεσαν.
Συμμετείχα στις εκδηλώσεις της εκκλησίας και θυμάμαι πού τραγουδούσαμε με χαρά έναν ύμνο πού λέγαμε όταν μαζεύαμε τα δέματα για την φανέλα του στρατιώτη "Τα χριστιανόπουλα θα πάνε με χαρά...".
Ο Κύριος πού διάβαζε τις παιδικές μας καρδιές, ήξερε σε τι θέση τον είχα βάλει. Πίστευα στον Χριστό, στην Ανάστασή Του, στην ψυχή του ανθρώπου και στην ανάσταση των νεκρών πού λέγανε ότι θα γίνει την Δευτέρα Παρουσία. Όταν ρωτούσα πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία, μου έλεγαν το 2000. Τότε πού ρωτούσα ήμουν 10 χρονών και σκεπτόμουν με σιγουριά ότι θα είμαι και εγώ στην Δευτέρα Παρουσία διότι θα είμαι 60 χρονών το 2000.
Δεν ήξερα να κάνω προσευχή διότι όταν μου λέγανε να αποστηθίσω κάποια προσευχή δεν την καταλάβαινα και την ξέχναγα. Το "Πάτερ ημών" το έλεγα αλλά πάλι δεν το καταλάβαινα.
Προσπάθησα μερικές φορές να διαβάσω την Καινή Διαθήκη αλλά λόγω καθαρεύουσας εγκατέλειπα την προσπάθεια απογοητευμένος και με απορία έλεγα "γιατί δεν μεταφράζουνε την Καινή Διαθήκη σε γλώσσα πού να καταλαβαίνουνε όλοι;"
Δεν μπορούσα βέβαια να δώσω απάντηση τότε και δεν γνώριζα ότι μπορούσε να υπάρχει μεταφρασμένη η Καινή Διαθήκη. Μεγαλώνοντας ήθελα να μάθω για τα πράγματα του Θεού, αλλά στην οικογένειά μας δεν ήξεραν να μου πουν την αλήθεια του Ευαγγελίου. Μου έλεγαν βέβαια να μην λέω ψέματα και να είμαι καλό παιδί.
Μου άρεσαν οι πολύωρες συζητήσεις πού κάναμε με τους φίλους μου στην γωνία του δρόμου του σπιτιού μου για τον Θεό και για άλλα πνευματικά θέματα, αλλά δεν γνωρίζαμε την αλήθεια του Ευαγγελίου για να στηριχτούμε και λέγαμε θεωρίες, σκέψεις, παραδόσεις.
Έτσι η αγνωσία του Λόγου του Θεού και η έφεσή μου να μαθαίνω για τον Θεό με οδήγησε σε άλλα μονοπάτια φιλοσοφικά, όπου φάνηκε αργότερα ότι κάποιος έντεχνα πλανούσε τις αθώες για δίψα ψυχές μας.
Από αυτή την περίοδο και μετά άρχισε η απομάκρυνσή μου από τα πράγματα του Θεού. Προτίμησα τον προσκοπισμό από το κατηχητικό και αντί την Κυριακή να πηγαίνω στο κατηχητικό, άρχισα να πηγαίνω στον προσκοπισμό. Αυτή η νέα μου πορεία, βλέποντας τώρα τα πράγματα, με οδήγησε πολύ αργότερα σε διάφορες οργανώσεις φιλοσοφικές με σκοπό την αναζήτηση αλλά και την επιτυχία στη ζωή.
Τώρα μπορώ να πω με σιγουριά ότι σε όλες αυτές τις αναζητήσεις μου δεν δόθηκε ποτέ απάντηση αλλά μια ομιχλώδης κατάσταση πού μεταφραζότανε: "προχώρα και θα δεις".
Με το πέρασμα του χρόνου ήρθε και η ανάγκη του βιοπορισμού. Το χέρι του Θεού πάντα με βοηθούσε και με προστάτευε χωρίς εγώ να το έχω καταλάβει. Δεν έμεινα ποτέ χωρίς δουλειά και πάντα οι στόχοι μου πετυχαίνανε. Με το πνεύμα λοιπόν του κόσμου επεδίωκα και εγώ φιλοδοξίες, τυχοδιωκτισμό, αμαρτία και όλα τα γνωστά δολώματα του εχθρού της ψυχής μας. Χάλαγα εύκολα κάτι που έφτιαχνα και πάλι από την αρχή, ένας συνεχής αγώνας.
Βέβαια δεν ήξερα ότι ο Παντογνώστης Θεός με προστάτευε διότι με προγνώριζε. Έτσι λοιπόν μετά από πολλές ταλαιπωρίες ο Κύριος μου έφερε μπροστά μου την σημερινή μου γυναίκα την αδελφή Πόπη.
Μου έβαλε πολύ αγάπη στην καρδιά και μετά από δύο χρόνια παντρευτήκαμε στην ορθόδοξη εκκλησία. Είχε αρχίσει το θαυμαστό σχέδιο του Θεού στην ζωή μου. Στην αρχή της γνωριμίας μας η Πόπη μου μίλησε για τον Χριστό και με ρώτησε εάν ήθελα να πάμε να ακούσουμε τον Λόγο του Θεού σε κάποια εκκλησία στην οδό Σοφοκλέους. Δέχτηκα να πάμε και μολονότι στην είσοδο της εκκλησίας, μόλις μπήκα, κάποιος αδελφός μου έδωσε το χέρι και μου είπε: "Ο Κύριος σε έφερε αδελφέ" δεν δέχτηκα την εκκλησία και είπα στην Πόπη να μην ξαναέρθουμε διότι θέλουνε να μας κάνουν πλύση εγκεφάλου.
Στο σπίτι μας επισκέφθηκε ένα ζευγάρι γνωστό της Πόπης από την εκκλησία της Πεντηκοστής. Μου μιλήσανε για τον Χριστό και για την αρπαγή. Εγώ διέκοπτα τον αδελφό κάθε φορά πού έλεγε αρπαγή και τον διόρθωνα λέγοντας, Δευτέρα Παρουσία. Δεν μου έδωσε βέβαια περισσότερες εξηγήσεις, αλλά μου έδωσε ένα ημερολόγιο τοίχου με εδάφια από την Γραφή. Κάθε πρωί λοιπόν με τον καφέ μου διάβαζα μόνο το εδάφιο της ημέρας όχι τις επεξηγήσεις του συγγραφέως διότι δεν ήθελα να επηρεασθώ από την ανθρώπινη σοφία.
Τα εδάφια τα διάβαζα με ζήλο και όρεξη και πάντα ανέτρεχα να βρω πού το λέει στην Γραφή.
Όταν δεν δέχτηκα την εκκλησία της Σοφοκλέους ο Κύριός μας οδήγησε σε κάποια ορθόδοξη οργάνωση πού διαβάζανε την Καινή Διαθήκη. Εκεί θαυμαστά ο Κύριος μου χάρισε μια Καινή Διαθήκη σε μετάφραση των 4 Καθηγητών. Σε αυτή την παρέα διαβάζανε το δυσνόητο για μένα αρχαίο κείμενο και εγώ είχα αναλάβει να διαβάζω το μεταφρασμένο κείμενο και έτσι παράλληλα ο Κύριος με την μετάφραση και με τα εδάφια του ημερολογίου εργαζότανε την καρδιά μου. Είχε εκπληρωθεί κάτι που εγώ το είχα ξεχάσει αλλά ο Κύριος δεν το είχε ξεχάσει. Μου χάρισε την Καινή Διαθήκη μεταφρασμένη πού το είχα ζητήσει μικρό παιδί τότε. Τώρα διάβαζα την Καινή Διαθήκη και την κατανοούσα αλλά δεν υπήρχε διδασκαλία για να μου λύσει τις απορίες που είχα και έτσι δεν αναπαυόμουν.
Ταυτόχρονα ο Κύριος εκείνο τον καιρό μου έκανε και μία πολύ σπουδαία αποκάλυψη. Κάποιος από τις φιλοσοφικές οργανώσεις πού πήγαινα προτού γνωρίσω την γυναίκα μου, μου είχε χαρίσει ένα μικρό γύψινο αγαλματάκι (προτομή) που έδειχνε ένα τράγο ντυμένο με φράκο και ημίψηλο καπέλο. Δεν είχα καταλάβει τι σημαίνει αυτό και το είχα βάλει πάνω στην βιβλιοθήκη μου. Μετά από χρόνια διαβάζοντας σε διάφορα θρησκευτικά βιβλία και βλέποντας σκίτσα για τον αντίχριστο, κατάλαβα με μεγάλη μου έκπληξη τι ήταν αυτή η προτομή. Συνειδητά τότε αποκεφαλίζω αυτό αγαλματάκι και λέω με παρρησία ότι: "Εγώ θέλω τον Χριστό στην ζωή μου και όχι εσένα". Εφάρμοσα τότε χωρίς να το ξέρω το εδάφιο "Υποταχθήτε λοιπόν εις τον Θεό, αντιστάθητε εις το διάβολο, και θέλει φύγει από εσάς". (Ιάκωβος δ:7)
Κατάλαβα έτσι μετά από πολλά χρόνια σε τι πλάνη ήμουνα. Ο Κύριος συνέχιζε να μας οδηγεί και έστειλε ένα ζευγάρι, γείτονες της Πόπης στο χωριό, να μας μιλήσουν για τον Κύριο. Αρχίσαμε έτσι να πηγαίνουμε στην κεντρική εκκλησία και όταν άκουγα την ορθοτόμηση του Λόγου αναπαυόμουν. Συγκεκριμένα όταν άκουσα το περιστατικό πού αναφέρεται στο β' κεφάλαιο των Πράξεων, την ημέρα της Πεντηκοστής πού ο Κύριος βάπτισε με Πνεύμα Άγιο τους 120, τότε λύθηκαν οι απορίες που είχα.
Είδα και κατάλαβα από μέσα από το Ευαγγέλιο, που είναι η απαρχή της πίστεως μας, αλήθειες που ποτέ δεν είχα ακούσει και κανένας δεν μου είχε μιλήσει.
Θαυμαστά και σύντομα ο Κύριος οδήγησε την γυναίκα μου να βαπτισθεί στο νερό. Εγώ ήθελα κάτι ξεχωριστό από τον Κύριο για να βαπτισθώ. Έτσι την δεύτερή μας εβδομάδα στην εκκλησία και αφού είχε βαπτισθεί η Πόπη, ρωτάω τον Κύριο στη προσευχή τι να κάνω. Να πάρω δείπνο ή να βαπτισθώ; Εκείνη την στιγμή ο Κύριος με το στόμα μιας αδελφής μου απαντάει με το όνομά μου και μου λέει. "Κώστα θάψε τον παλαιό σου εαυτό". Υπάκουσα στον Λόγο του Κυρίου και έκανα το θέλημα Του.
Από τότε μέχρι και σήμερα, ήμαστε στην εκκλησία ανελλιπώς σαν μαθητές του Κυρίου και μελετάμε τον Λόγο. Μετά από 4 χρόνια με βάπτισε και με το Άγιο Πνεύμα και τώρα βλέπουμε θαυμαστά εγώ και η γυναίκα μου τις ενέργειες του Κυρίου στη ζωή μας.
Πιστεύουμε και προσευχόμαστε ο Κύριος να σώσει και τα υπόλοιπα μέλη των οικογενειών μας και ξέρουμε ότι ο Κύριος ακούει προσευχές. Έχουμε την ελπίδα μας στον Κύριο, ο οποίος μας φυλάει σαν την κόρη του οφθαλμού Του και Τον περιμένουμε να έρθει στο μεσουράνημα να παραλάβει την εκκλησία Του, όπως λέει στον Λόγο Του.